
Ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί,Παιδιά μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπημένα,
«Νά κι ἄλλο πανηγύρι καί χαρούμενη γιορτή τῆς μητέρας τοῦ Κυρίου, νά ἔξοδος τῆς ἀμώμητης νύμφης, νά τό πρῶτο ξεπροβόδισμα τῆς βασίλισσας, νά τό τέλειο σημάδι τῆς δόξας, πού πρόκειται νά τήν στεφανώσει, νά τό προοίμιο τῆς θείας χάριτος πού πρόκειται νά τήν σκεπάσει, νά τό φωτεινό γνώρισμα τῆς ἐξαιρετικῆς καθαρότητός της. Ἐκεί, ὅπου μία φορά τόν χρόνο κι ὄχι πολλές φορές εἰσέρχεται ὁ ἀρχιερέας καί τελεῖ τήν μυστική λατρεία, ἐκεί αὐτή ὁδηγεῖται ἀπό τούς γονεῖς της, γιά νά παραμείνει συνεχῶς στά ἄδυτα καί ἱερά τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ» (Ἅγιος Γερμανός Α΄ Κων/πόλεως). Ὅταν ἡ Παναγία ἔγινε τριῶν χρόνων, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, οἱ γονεῖς της Ἰωακείμ καί Ἄννα, κρατῶντας τήν ὑπόσχεσή τους, τήν ὁδήγησαν στό Ναό καί τήν παρέδωσαν στόν ἀρχιερέα Ζαχαρία. Δέν ὑπάρχει τίποτε τό ἰδιαίτερα ἀξιοσημείωτο στό γεγονός αὐτό, ἐπειδή τήν ἐποχή ἐκείνη, αὐτό ἀποτελοῦσε μία γενικά ἀποδεκτή συνήθεια καί πολλοί γονεῖς ἔφερναν τά παιδιά τους στό ναό, ὡς σημεῖο προσαγωγῆς τους στόν Θεό, καί ὡς ἔνδειξη πώς δίνουν στήν ζωή τους ἕναν οὐσιαστικό σκοπό καί νόημα. Στήν περίπτωση ὅμως τῆς Παναγίας, ὅπως μᾶς τό ὑπενθυμίζει ἡ Ἀκολουθία τῆς ἡμέρας, ὁδήγησαν τήν Θεόπαιδα στάj«Ἅγια τῶν Ἁγίων», στόν τόπο πού κανείς ἄλλος, ἐκτός ἀπό τοὐς ἀρχιερεῖς, δέν ἐπιτρεπόταν νά εἰσέλθει, στό ἐσώτατο ἱερό μέρος τοῦ Ναοῦ. Τό ὄνομα τοῦ κοριτσιοῦ αὐτοῦ, εἶναι Μαρία. Εἶναι ἡ μελλοντική μητέρα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέσω τῆς ὁποίας, ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά ἑνωθεῖ μέ τό ἀνθρώπινο γένος, νά μοιραστεῖ τήν ζωή του καί ν΄ ἀποκαλύψει τό θεῖο της περιεχόμενο.
Στά ἐνδότερα τοῦ Ναοῦ, ἡ Παρθένος Μαρία ἔμεινε δώδεκα χρόνια. Ὅλο αὐτό τό διάστημα ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ ἔτρεφε τήν Παναγία μέ τροφή οὐράνια καί ἐξῆλθε ἀπό τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα τοῦ Εὐαγγελισμού. Ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀναφέρει: «Ἀφοῦ ἐφυτεύθης, Ἄχραντε, μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ καί ἐκαλλιεργήθης ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ὡς ἄλλη ἐλαία κατάκαρπος ἔγινες κάθε ἀρετῆς κατοικητήριον. Τό νοῦ σου τόν ἀπεμάκρυνες ἀπό κάθε βιοτική ἐπιθυμία καί διετήρησες παρθένον τήν ψυχή μαζί μέ τό σῶμα, ὅπως ἤρμοζε σέ ἐκείνη ὅπού ἔμελλε νά ὑποδεχθεῖ στά σπλάγχνα της τόν Θεό. Διότι, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι Ἅγιος, εἰς Ἁγίους ἀναπαύεται». Τό νόημα ὅλων αὐτῶν τῶν γεγονότων, τῶν λέξεων καί τῶν σκέψεων, εἶναι ὅτι ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος γίνεται «ναός». Οὔτε ὑλικός ναός, οὔτε θυσιαστήριο, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος – ἡ ψυχή του, τό σῶμα του καί ἡ ζωή του – γίνεται ἡ ἱερή καί θεία καρδιά τοῦ κόσμου, τά “ἅγια τῶν ἁγίων”. Καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θά συμπληρώσει: «Ὅταν ἡ Θεοτόκος εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὁ χρόνος τῆς προετοιμασίας καί τῆς δοκιμασίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πῆρε τέλος καί σήμερα, δηλαδή κατά τήν ἑορτή τῶν Εἰσοδίων, ἑορτάζουμε τούς ἀρραβῶνες τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Γι΄ αὐτό καί ἡ Ἐκκησία ἀγάλλεται καί προτρέπει ὅλους τούς φίλους τοῦ Θεοῦ, νά ἀποσυρθοῦν καί αὐτοί στό ναό τῆς καρδιᾶς τους, γιά νά προετοιμάσουν τήν ἔλευση τοῦ Κυρίου μέ τήν σιωπή καί τήν προσευχή, ἀπομακρυνόμενοι ἀπό τίς ἀπολαύσεις καί τίς μέριμνες τοῦ κόσμου». Ἀπό τήν στιγμή πού ἡ Παναγία εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἡ ἴδια ἡ ἀνθρώπινη ζωή ἔγινε Ναός τοῦ Θεοῦ, ἄν τό ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος. Καί ὅταν ἑορτάζουμε τά Εισόδια της Θεοτόκου, ἑορτάζουμε τό θεῖο νόημα τοῦ ἀνθρώπου καί τήν λαμπρότητα τῆς ὑψηλῆς του κλήσεως. Ἀμήν.
Μὲ ὅλη μου τὴν πατρικὴ ἀγάπη,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
Ο Αιτωλίας και Ακαρνανίας Δαμασκηνος