
Ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί,
Παιδιά μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπημένα,
Βρισκόμαστε στὴν τρίτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, δηλαδὴ στὸ μέσον τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἀρχίζει ἤδη νὰ ἀχνοφαίνεται ἡ κορύφωση τῆς εὐλογημένης αὐτῆς περιόδου, ὅταν καὶ θὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Κύριό μας στὸν Γολγοθᾶ, θὰ μοιραστοῦμε μαζί Του τὸν πόνο τῶν Παθῶν καὶ τῆς φοβερῆς του Σταυρώσεως καὶ θὰ γίνουμε μάρτυρες τῆς θριαμβευτικῆς Τοῦ Ἀναστάσεως.
Παρ΄ ὅλα αὐτά, ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας μας συνεχίζεται. Ἡ ἐγκράτεια, ἡ νηστεία, ἡ περισυλλογὴ καὶ ἡ κατάνυξη μέσῳ τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν συνεχίζουν νὰ δείχνουν τὸν δρόμο τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἀπελευθερώσεως ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ βαραίνουν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ἐγκλωβίζουν στὰ μάταια καὶ φθαρτὰ τοῦ κόσμου τούτου.
Εἶναι ἀνθρώπινο νὰ αἰσθανόμαστε, κάποιες στιγμές, τὶς δυνάμεις μας ἐξασθενημένες. Εἶναι ἀναμενόμενο νὰ βλέπουμε, κάποιες στιγμές, τὸν πνευματικό μας ζῆλο νὰ κάμπτεται. Ὁ ὑπόλοιπος δρόμος φαίνεται ἀκόμη μακρὺς καὶ μέσα μας ἐμφανίζονται λογισμοὶ ἀμφιβολίας γιὰ τὸ ἐὰν θὰ καταφέρουμε νὰ ὁλοκληρώσουμε τὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν, στὸ ὁποῖο μὲ τόση διάθεση ξεκινήσαμε. Ὅπως ἀκριβῶς, λοιπόν, σὲ ἕνα μακρὺ ταξίδι, ἕνα πανδοχεῖο προσφέρει στοὺς ταξιδιῶτες παρηγοριὰ καὶ ἀνανεώνει τὶς δυνάμεις τους, ἔτσι καὶ σήμερα, ἐνώπιόν μας, ὑψώνεται ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας γιὰ νὰ ἀνανεώσει μέσα μας τὴν προσδοκία τῶν ἐπερχόμενων Παθῶν καὶ νὰ ἀναζωογονήσει τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Τίμιος καὶ Ζωοποιὸς Σταυρός, σήμερα, Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ἔρχεται νὰ μᾶς ὑπενθυμίσει πὼς προετοιμαζόμαστε προκειμένου νὰ συναντήσουμε, ὄχι ἕναν παντοδύναμο ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ἀπὸ μακριὰ παρακολουθεῖ ἀδιάφορος τὶς ὀδύνες μας ἀλλὰ ἕναν Θεὸ ποὺ ἐγκαταλείπει τὸ μεγαλεῖο τῆς θεότητός Του καὶ σπεύδει νὰ γίνει ὅμοιος μὲ τὸ ἀγαπημένο Τοῦ πλάσμα. Ἕναν Θεὸ ἕτοιμο νὰ ὑποστεῖ ὁ Ἴδιος τὴν δική μας φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, προκειμένου νὰ μᾶς χαρίσει τὴν δική Του αἰώνια ζωή.
Ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ προέρχεται καὶ πάλι ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ περιλαμβάνει τὸν κεντρικὸ πυρῆνα τῆς διδασκαλίας του. Ποιός εἶναι αὐτός; Εἶναι πὼς ὁ Νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κράτησε, βέβαια, ζωντανὴ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὸν ἐκλεκτὸ λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ καὶ διατήρησε ἄσβεστο τὸν πόθο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία. Δὲν μπόρεσε ὅμως νὰ γεφυρώσει τὴν ἄβυσσο ποὺ χωρίζει τον πεσμένο, ἁμαρτωλὸ καὶ ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ἀπρόσιτο, παντοδύναμο καὶ πανάγιο Θεό. Ὅλοι οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μὲ κορυφαῖο τὸν προφήτη Μωυσῆ, στήριξαν τὴν πίστη τοῦ λαοῦ πρὸς τὸν Θεό. Παρέμειναν ὅμως, ὅπως ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ λειτουργοὶ τοῦ Ἑβραϊκοῦ Νόμου, ἁπλοῖ ἄνθρωποι, ἱκανοὶ μόνο νὰ προσφέρουν θυσίες ἐκ μέρους ὅλου τοῦ λαοῦ καὶ νὰ εὔχονται πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ τὴν δική τους, ἀφοῦ καὶ οἱ ἴδιοι ἦταν ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί. Ἡ θυσία ὅμως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γεφύρωσε τὴν ἄβυσσο καὶ ὄχι ἁπλῶς ἔφερε κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ἀλλὰ Τὸν κατέστησε φίλο, συνοδοιπόρο, μέτοχο τοῦ ἀνθρώπινου πόνου καὶ σπλαχνικὸ συμπαραστάτη στὴν ἀνθρώπινη τραγωδία τοῦ καθενὸς ἀπὸ ἐμᾶς.
Ὡς ἄλλος Μέγας Ἀρχιερέας, ὁ Κύριός μας προσέφερε καὶ Αὐτὸς θυσία γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ὄχι ὅμως θυσία ζώου, ἀλλὰ θυσία τοῦ ἴδιου τοῦ Ἑαυτοῦ Του. Πρίν, μὲ τὸ αἷμα τοῦ ζώου, ὁ Μέγας Ἀρχιερέας ράντιζε συμβολικὰ τὸν λαό. Σήμερα, ἐμεῖς, μὲ τὸ Αἷμα ποὺ χύθηκε πάνω στὸν Σταυρό, βρίσκουμε τὸν δρόμο πρὸς τὸ μνημεῖο τῆς Ἀναστάσεως καὶ γευόμαστε, σὲ κάθε Θεία Λειτουργία, φάρμακο ἀθανασίας.
Γιὰ τοὺς Ἑβραίους, ὁ Μέγας Ἀρχιερέας ἀποτελοῦσε τὸ μέγιστο ἱερατικὸ ἀξίωμα ποὺ τὸν καθιστοῦσε τὸν ἀνώτατο θρησκευτικὸ ἡγέτη. Ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς, ὅμως, δὲν ἀπετέλεσε ποτὲ ἕναν μεγαλοσχήμονα θρησκευτικὸ ἀξιωματοῦχο καὶ ἕναν ἀπόμακρο θρησκευτικὸ ἡγέτη. Ὁ Κύριός μας δὲν τηρεῖ τὶς ἀποστάσεις, οὔτε ἀποστρέφεται τοὺς ταπεινούς, ὅπως οἱ ἔνδοξοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δὲν ἦρθε γιὰ νὰ δοξαστεῖ, δὲν κατέβηκε στὴν Γῆ γιὰ νὰ συγκεντρώσει θαυμαστές, δὲν ἀναζήτησε τὴν ὑποστήριξη τῶν ἡγεμόνων. Ἀντίθετα! Ὡς περιφρονημένος γεννήθηκε, ὡς καταδιωγμένος δίδαξε καὶ ὡς ὁ ἔσχατος κακοῦργος σταυρώθηκε. Αὐτὴ ἡ θεϊκὴ ταπεινοφροσύνη, αὐτὴ ἡ ἑκούσια θεϊκὴ ἀφάνεια ἀποτελεῖ τὴν μεγάλη παρηγοριά, τὸ ἀκλόνητο θεμέλιο τῆς πίστεως καὶ τὴν κραταιὰ ἐλπίδα τῶν ἁπλῶν καὶ ταπεινῶν τῇ καρδίᾳ. Αὐτὴ τὴν μεγάλη ἀλήθεια διακηρύσσει σήμερα καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, λέγοντας:
«Δὲν ἔχουμε Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος, λόγῳ ἄγνοιας ἐκείνων ποὺ συμβαίνουν σὲ μᾶς, δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει τὸν πόνο καὶ τὶς ἀδυναμίες μας. Ἀντίθετα, ἔχουμε Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος ἔχει ὑποφέρει καὶ ἔχει δοκιμαστεῖ σὲ ὅλα, ὅσα ταλαιπωροῦν τὴν φύση μας, χωρὶς βέβαια νὰ ὑποπέσει σὲ καμία ἁμαρτία» (στ. 4, 15).
Αὐτὴν τὴν Θεία φιλευσπλαχνία, γνώρισε o Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν μέσα ἀπὸ τὴν προσωπική του συνάντηση μὲ τὸν Ἐσταυρωμένο στὸν δρόμο πρὸς τὴν Δαμασκό. Αὐτήν μας προβάλλει σήμερα καὶ μᾶς καλεῖ, χωρὶς δισταγμό, νὰ προσέλθουμε μὲ θάρρος στὸν ἐπουράνιο θρόνο τῆς Χάριτος. Πόσο παρηγορητικὰ γράφει: «Ἂς πλησιάζουμε λοιπὸν μὲ θάρρος τόν θρόνο τῆς Χάριτος, γιὰ νὰ βρίσκουμε ἔλεος καὶ ἐνίσχυση σὲ κάθε μας δυσκολία» (στ. 16).
Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ δὲν Τοῦ εἶναι ἀρκετό. Δὲν ἐπιθυμεῖ ἁπλῶς νὰ μᾶς ἐλεήσει. Ἐπιθυμεῖ νὰ ἑνωθεῖ μαζί μας. Ἐπιθυμεῖ νὰ γίνουμε μέρος τοῦ σώματός Του. Ἐπιθυμεῖ νὰ κάνει τὶς πληγές μας πληγές Του, τὸν θάνατό μας θάνατό του, ὥστε ἡ Ἀνάστασή Του νὰ γίνει δική μας Ἀνάσταση. Ὁ Χριστὸς μας δοξάστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα, ὁ Ὁποῖος Τὸν ἀνακήρυξε Υἱό Του καὶ ὡς Θεάνθρωπο, ἀπὸ τὴν πρώτη ἡμέρα ποὺ ἔλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση Του. Αὐτὸ ἀναφέρει ὁ ψαλμωδὸς Δαβίδ: «Εἶσαι Υἱός μου, ἐγὼ σήμερα σὲ γέννησα» (στ. 5,5).
Καὶ βέβαια, αὐτὴ ἡ φράση δὲν ἀφορᾶ στὴν Θεϊκὴ φύση τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποίαν ἔχει πρὸ καταβολῆς τῶν αἰώνων. Ἀφορᾶ ὅμως στὴν ἀνθρώπινη φύση Του καὶ συνεπῶς σέ ὅλους ἐμᾶς. Ὅσο πιστεύουμε σὲ Ἐκεῖνον καὶ ὅσο ἑνωνόμαστε μαζὶ Τοῦ μέσῳ τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γινόμαστε τέκνα Θεοῦ, ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ κάθε ρύπο ἁμαρτίας καὶ ἀπὸ κάθε στίγμα θανάτου.
Ἀδελφοί μου,
Ὁ Σταυρὸς ποὺ σήμερα ὑψώνεται ἐνώπιόν μας ὡς προάγγελος τῆς φρικτῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ, ἀποτελεῖ ὑπόμνηση τῆς διαρκοῦς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὴν ζωή μας καὶ τῆς μεγάλης Του ἀγάπης, τὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ ἐμποδίσει κανένα λάθος καὶ καμιὰ ἀδυναμία μας. Ὅπως ἀναφέρουν καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ἁμαρτίες μας ἀποτελοῦν σταγόνες στὸ πέλαγος τῆς φιλανθρωπίας Του. Ἂς συνεχίσουμε, λοιπόν, τὸν ἀγῶνα μας ὥστε νὰ φανοῦμε ἀντάξιοι αὐτῆς τῆς ὑπερκόσμιας ἀγάπης καὶ μὲ καθαρὴ καρδιά, ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειές μας, νὰ ἀτενίσουμε τό Φῶς τῆς ζωῆς ποὺ σὲ λίγες ἡμέρες θὰ κατακλύσει τὸν κόσμο.
Ἀμήν.
Μὲ ὅλη μου τὴν πατρικὴ ἀγάπη,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ