Ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί,
Παιδιά μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπημένα,
Ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή μᾶς μεταφέρει στὸ κέντρο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, γύρω ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς σημερινῆς πρωτεύουσας τῆς Τουρκίας, τὴν Ἄγκυρα. Ἐκεῖ, κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἱεραποστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, κατοικοῦσαν οἱ Γαλάτες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἀποτελοῦσαν παρακλάδι τῆς μεγάλης φυλῆς τῶν Γαλατῶν, ἡ ὁποία, κατὰ τοὺς ἱστορικούς, ἀποτελοῦσε τὸν τρίτο σπουδαιότερο εὐρωπαϊκὸ λαὸ μετὰ τοὺς Ἕλληνες καὶ τοὺς Ρωμαίους.
Πρὸς αὐτοὺς ἀπηύθυνε ὁ Παῦλος μία σπουδαία ἐπιστολή, ἀπόσπασμα τῆς ὁποίας ἀκούσαμε σήμερα. Ὁ μέγας ἀπόστολος εἶχε πληροφορηθεῖ τὴν πίεση ποὺ ἀσκοῦσαν στὴν Ἐκκλησία τῆς Γαλατίας οἱ Ἰουδαΐζοντες, δηλαδὴ οἱ Χριστιανοὶ ποὺ εἶχαν προέλθει ἀπὸ τὸν ἑβραϊκὸ λαό. Βασικὴ ἐπιδίωξή τους ἦταν νὰ παρουσιάσουν τὸν Χριστιανισμὸ ὡς μία ἐξέλιξη τῆς ἑβραϊκῆς θρησκείας.
Ἀντίθετα, ὁ Παῦλος, βλέποντας τὸν κίνδυνο νὰ ὁδηγηθεῖ ἡ νεοσύστατη Ἐκκλησία στὴν τυπολατρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἔδωσε ἀγῶνα, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ πειστοῦν πὼς ὁ Χριστιανισμὸς ἦρθε ὡς κάτι τὸ ἐντελῶς καινούργιο καὶ πώς, μοναδικὴ προϋπόθεση ἔνταξης στὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἔχουν, ἄραγε, ὅλα αὐτὰ σημασία σήμερα, μετὰ ἀπὸ δύο χιλιάδες (2.000) χρόνια; Βεβαίως, ἀδελφοί μου! Διότι, αὐτὸ ποὺ προσπάθησε ὁ Παῦλος νὰ ἀλλάξει ἦταν ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ὁ ἄνθρωπος σχετίζεται μὲ τὸν Θεό, κάτι ποὺ ἀποτελεῖ καὶ ἐρώτημα ὅλων μας.
Γιὰ ποιὸν λόγο ὀφείλουμε, ὡς Ἐκκλησία, νὰ εὐγνωμονοῦμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο; Διότι κήρυξε πὼς οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις δὲν εἶναι ἱκανὲς ἀπὸ μόνες τους νὰ μᾶς μεταβάλουν σὲ γνήσια τέκνα τοῦ Θεοῦ καὶ πὼς μόνον ἡ πίστη στὸν Χριστὸ καὶ ἡ παράδοση τῆς ὕπαρξεώς μας στὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀποτελοῦν τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς μας στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἐπουράνιου Πατέρα μας.
Ἐκεῖνος ποὺ νομίζει πώς, μόνον ἡ συμμόρφωση σὲ θρησκευτικοὺς τύπους καὶ ἡ σχολαστικὴ τήρηση κάποιων κανόνων ἀρκοῦν, προκειμένου ὁ ἄνθρωπος νὰ κερδίζει τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ, ἀκυρώνει τὸ κήρυγμα τῆς ἀγάπης, ὑποβαθμίζει τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἐπιστρέφει, πνευματικά, στὴν ἐποχὴ πρὶν τὸν Χριστό.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μπορεῖ νὰ ἔφτασε, ἐν ὅσῳ ζοῦσε, σὲ δυσθεώρητα ὕψη πνευματικότητος καὶ νὰ γεύτηκε τὴν θέωση. Δὲν ἔχασε ὅμως ἐπαφὴ μὲ τὴν πραγματικότητα. Εἶχε πλήρη ἐπίγνωση τῆς ἀνθρώπινης τραγῳδίας. Ἔβλεπε τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως σήμερα τοὺς βλέπουμε κι ἐμεῖς, νὰ λαχταροῦν ἕναν καλύτερο κόσμο. Δυστυχῶς, ὅμως, οἱ ἀνθρώπινες προσπάθειες μένουν πάντοτε ἄκαρπες. Κι αὐτὸ διότι ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται μὲ μοναδικὰ ὅπλα, τὶς διανοητικὲς καὶ ψυχικές του δυνάμεις, ἀποκομμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ στερημένος ἀπὸ τὴν προσδοκία τῆς αἰωνιότητος. Καὶ ποιὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα; Τὰ ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἕνα πρὸς ἕνα: μοιχεία, πορνεία, ἠθικὴ ἀκαθαρσία, αἰσχρότητα, κάθε εἴδους εἰδωλολατρία, μαγεία, ἔχθρες, φιλονικία, ζήλια, θυμὸς καὶ καθημερινὴ βία. Καὶ μαζὶ μὲ αὐτά, ἡ διχόνοια, τὰ σχίσματα καὶ ἡ κάθε εἴδους ἀσωτία.
Διχασμένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀνάμεσα στὶς ἐπιθυμίες τῆς σαρκός του καὶ στὸν πόθο τῆς ψυχῆς του γιὰ ἁγιότητα. Εὐτυχῶς, ὁ Θεὸς δὲν στέρησε ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴν ἐπιθυμία γιὰ μία ἀνώτερη ζωή, γεμάτη εἰρήνη, χαρὰ καὶ ἀγάπη. Δὲν ἄφησε τὴν ψυχή του νὰ λησμονήσει ἐντελῶς τὴν θεϊκὴ καταγωγή του. Ἐπέτρεψε, ὅμως, νὰ ἀποκαλύπτεται, ἡμέρα μὲ τὴν ἡμέρα, πὼς οἱ καλὲς προθέσεις δὲν ἀρκοῦν καὶ πὼς οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις δὲν ἐπαρκοῦν γιὰ μία ὀμορφότερη ζωή.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σὲ ἀπάντηση ὅλων αὐτῶν τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ στεροῦν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν προοπτική τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται, μέσα ἀπὸ τὴν δική του ἐμπειρία, νὰ ἐξυμνήσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ νὰ Τὸ παρουσιάσει ὡς ἕναν ἀδαπάνητο θησαυρὸ ἀρετῶν. Αὐτὲς ἀποτελοῦν τὸ θεμέλιο ἐνὸς καλύτερου κόσμου, αὐτὲς ἀναγεννοῦν τὴν ψυχή, αὐτές μᾶς ἑνώνουν μὲ τὴν Χάρη τῶν ἁγίων. Ποιὲς εἶναι αὐτές;
Ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ ὑπομονή, ἡ καλοσύνη, ἡ καλὴ προαίρεση, ἡ πίστη, ἡ πραότητα καί ἡ ἐγκράτεια.
Ἡ σημερινὴ περικοπή δὲν ἀποτελεῖ μόνον πολύτιμη πνευματικὴ παρακαταθήκη ἀλλὰ καὶ ἀποκάλυψη τῆς ἐξαγιασμένης καρδίας τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Τί μᾶς διδάσκει μὲ τὸν λόγο του, κυρίως, ὅμως, μὲ τὴν ἴδια τὴν ζωή του; Πῶς, ὅποιος ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό, ἑνώνεται μὲ τὴν Θεία ἀγάπη Του καὶ ἐνεργεῖ ὅπως Ἐκεῖνος. Ὁ Παῦλος εἶναι Ἅγιος. Καὶ ὅπως ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ζεῖ, σκέφτεται, ὁμιλεῖ καὶ ἐνεργεῖ ὅπως ἀκριβῶς θὰ ἔκανε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἂν βρισκόταν καὶ σήμερα, ὡς ἄνθρωπος, ἀνάμεσά μας.
Γιὰ ἐμᾶς, τοὺς ἀτελεῖς στὰ πνευματικά, τὸ σφάλμα τοῦ ἀδελφοῦ μας γίνεται συχνὰ αἰτία νὰ ἐκστομίζουμε εὔκολα λόγους αὐστηρότητας καὶ κατάκρισης. Οἱ ἄνθρωποι, ὅμως, τῶν ὁποίων ἡ ζωὴ καθοδηγεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς πτώσεως τοῦ ἀδελφοῦ τους, μεταβάλλονται σὲ πηγὴ ἐνθαρρύνσεως, συμπόνιας καὶ μακροθυμίας. Καὶ μάλιστα, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Πνεύματος γνωρίζουν, ὄχι μόνον νὰ παρηγοροῦν, ἀλλὰ καὶ νὰ μιμοῦνται τὸν Κηρυναῖο Σίμωνα. Ἐκεῖνον πού, ὅταν τὰ γόνατα τοῦ Κυρίου μας λύγισαν ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ Σταυροῦ, βρέθηκε δίπλα του, ἐπωμίστηκε τὸ ἀσήκωτο βάρος τοῦ Σταυροῦ καὶ Τοῦ προσέφερε τὴν ὕστατη παρηγοριὰ κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς ἀβάστακτης μοναξιᾶς Του.
Τέτοιος ἄνθρωπος ὑπῆρξε καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἔχοντας ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Ἐσταυρωμένο γιὰ τὴν ἄπειρη ἀγάπη ποὺ τοῦ ἔδειξε, ἂν καὶ ὑπῆρξε φανατικὸς διώκτης Του, σήκωσε καὶ ἐκεῖνος τὸν σταυρὸ τῆς ἀποστολῆς του χάριν τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἀνέλαβε νὰ τοὺς ἀνασύρει ἀπὸ τὸν βυθὸ τῆς ἀμάθειας καὶ τὴν εἰδωλολατρίας. Αὐτῆς τῆς ἀγάπης μᾶς καλεῖ σήμερα καὶ ἐμᾶς νὰ γίνουμε ἀπόστολοι καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε, διδάσκοντάς μας τὸ ὑπέροχο: «Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε», δηλαδὴ «Κάνετε τὸ βάρος τοῦ ἀδελφοῦ σας, βάρος δικό σας».
Καὶ συνεχίζει: «Αὐτὴ καὶ μόνη τὴν ἐντολὴ ἂν ἐφαρμόσετε, ἀποδεικνύεστε ἀληθινοὶ μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ βαδίζετε τὸν δρόμο πρὸς τὴ θέωση».
Ἀδελφοί μου,
Ὁ πνευματικὸς ἀγώνας ποὺ διεξάγουμε, μὲ σκοπὸ νὰ ἀξιωθοῦμε τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀπαραίτητος γιὰ τὴ σωτηρία μας, δὲν ἀφορᾷ, ὅμως, μόνον ἐμᾶς. Ἀναλαμβάνουμε συγχρόνως καὶ μία ἀποστολή:
Ὅσο ἡ καρδιά μας ἐξαγνίζεται ἀπὸ πάθη καὶ λογισμούς, τόσο μεταβάλλεται σὲ καθαρὸ κάτοπτρο, στὸ ὁποῖον καθρεπτίζεται τὸ προσώπου τοῦ Κυρίου μας, σκορπίζοντας τὸ φῶς Του στὰ σκοτεινὰ μονοπάτια ποὺ βαδίζει σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα. Ὅσο ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό, τόσο μεταβαλλόμαστε σὲ πηγὴ οὐράνιας παρηγοριᾶς καὶ ἔμπρακτης ἀγάπης γιὰ ἕνα κόσμο ποὺ ἀναζητᾷ ἐλπίδα, παρηγοριὰ καὶ προοπτικὴ αἰωνιότητος. Αὐτὸ εἶναι τὸ βάρος, τὸ ὁποῖον ὁ ἀπόστολος Παῦλος μας καλεῖ νὰ μοιραστοῦμε μὲ τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο.
Ἡ προοπτικὴ αὐτῆς τῆς ἀποστολῆς ἄς ἐνισχύει τὸν ἀγῶνα μας καὶ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἄς μᾶς ἀξιώνει νὰ γινόμαστε ταπεινοὶ συνεργάτες τοῦ σχεδίου Του, μὲ μοναδικὸ σκοπό, τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἀμήν._
Μὲ ὅλη μου τὴν πατρικὴ ἀγάπη,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ