«ἔστι γὰρ σωτήριον ἡμῖν τοῦτο τὸ ξύλον,
ὅπλον εἰρήνης ἀήττητον τρόπαιον» (οἶκος Τιμίου Σταυροῦ)
Ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί,
Παιδιά μου ἐν Κυρίω ἀγαπημένα,
Ἡ ἑορτή τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, πού πανηγυρικά ἑορτάζουμε σήμερα, συνδέεται μέ δύο γεγονότα.
Πρῶτον, τήν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπό τήν Ἁγία Ἑλένη (6 Μαρτίου 326 μ.Χ.) καί τά ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως (13 Σεπτεμβρίου 335 μ.Χ).
Ὅταν ἡ Ἁγία Ἑλένη ἐπισκέφθηκε τούς Ἁγίους Τόπους, ἀναζήτησε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Καί πράγματι, σκάβοντας σέ μεγάλο βάθος, βρέθηκαν τρεῖς σταυροί. Ὁ Ἅγιος Μακάριος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, εἶπε τότε νά ἀποθέσουν διαδοχικά τούς σταυρούς στόν νεκρό, μιᾶς νεκρικῆς πομπῆς πού περνοῦσε ἀπό τό σημεῖο. Μέ τόν πρῶτο καί τόν δεύτερο σταυρό, δέν ἐπῆλθε καμία ἀλλαγή. Ὅταν ὅμως ἔβαλαν τόν τρίτο σταυρό πάνω του, ὁ νεκρός ἄνθρωπος ἀναστήθηκε! Ἔτσι κατάλαβαν ὅτι αὐτός ἦταν ὁ Ζωηφόρος Σταυρός τοῦ Χριστοῦ.
Μετά ἀπό χρόνια (335 μ.Χ.), ὅταν ἔγιναν τά ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, μέ ἀφορμή αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, πλῆθος πιστῶν συγκεντρώθηκε στά Ἱεροσόλυμα καί εἶχε τήν εὐκαιρία νά προσκυνήσει τόν Τίμιο Σταυρό, ἀφοῦ προηγουμένως τόν ὕψωσε ἀπό ἄμβωνος ὁ Ἅγιος Μακάριος, πρός κοινή θέα τοῦ πολυεθνικοῦ ἐκκλησιάσματος, πού ἔψαλε μέ μία φωνή τό «Κύριε ἐλέησον». Τό γεγονός πραγματοποιήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 335 μ.Χ. καί ἀπό τότε καθιερώθηκε ἡ ἀρχαιότατη ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἑορτή πού παραλληλίσθηκε μέ τήν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καί ἔλαβε τόν ἴδιο χαρακτῆρα μέ αὐτήν, δηλαδή αὐστηρό καί νηστίσιμο.
Καί δεύτερον, τήν ἴδια ἡμέρα τό 628 μ.Χ., ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Ἡράκλειος ἀνέκτησε τό Τίμιο Ξῦλο, πού εἶχε κλαπεῖ ἀπό τούς Πέρσες, ἐπέστρεψε στήν Ἱερουσαλήμ, βαδίζοντας ρακένδυτος καί ἀνυπόδητος, φέροντας ἐπάνω του τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, παραδίδοντάς Τον στόν Ἅγιο Πατριάρχη Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος ὕψωσε καί ἔθεσε πρός προσκύνηση ἐκ νέου τόν Τίμιο Σταυρό.
Ἡ σημερινή ἡμέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, εἶναι ἡμέρα πένθους γιά τίς ἁμαρτίες μας, ἀλλά καί χαρᾶς γιά τό ἀμέτρητο ἔλεος τοῦ Κυρίου. «Αὐτὸν ἀσπασώμεθα τῇ χαρᾷ καὶ τῷ φόβῳ· φόβῳ διὰ τὴν ἁμαρτίαν, ὡς ἀνάξιοι ὄντες· χαρᾷ δὲ διὰ τὴν σωτηρίαν, ἣν παρέχει τῷ κόσμῳ, ὁ ἐν αὐτῷ προσπαγεὶς Χριστὸς ὁ Κύριος» (Δοξαστικό τῶν Αἴνων).
Ἔρχόμαστε ἐνώπιον τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ, πού φυλάσσεται καί μαρτυρεῖται ἀδιάκοπα ἐντός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τοῦ μυστηρίου τῆς Σταυρικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ἀποτελεῖ δόξα, τιμή καί μέγα καύχημα καί γιά τούς χριστιανούς εἶναι σύμβολο καί πηγή δυνάμεως.
Σημαίνει τόν θάνατο, πού μετασχηματίζεται σέ ζωή, τήν ἧττα πού μεταβάλλεται σέ αἰώνια νίκη. Εἶναι ὁρόσημο τῆς νέας πραγματικότητος, τῆς Καινῆς Διαθήκης, πού ἐγκαινιάζει μέ τήν ζωή του ὁ Χριστός, θύρα εἰσόδου διά τοῦ θανάτου Του, σέ ἕναν καινούργιο κόσμο, τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του.
Ἡ πρόκληση τοῦ Σταυροῦ γιά μᾶς σήμερα, σχετίζεται μέ τήν ἐκούσια ἄρση τοῦ δικοῦ μας σταυροῦ, κάθε φορά πού αὐτός τίθεται γιά μᾶς ὡς σκάνδαλο, κάθε φορά πού προβάλλει ἐνώπιόν μας ὁ πειρασμός νά τόν ἀποφύγουμε ἤ νά τόν ἀμβλύνουμε, κάθε φορά πού σηκώνουμε τόν σταυρό τῶν διωγμῶν καί τῶν δοκιμασιῶν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τόν σταυρό τῆς ταπεινώσεως μπροστά στόν ἐγωιστικό χαρακτήρα τῆς κοινωνίας, τόν σταυρό τῆς ἀσθενείας καί τῆς ἀδυναμίας, τόν σταυρό τῆς πτωχείας καί τῶν οἰκονομικῶν δυσκολιῶν.
Ὅταν, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ὑπομένουμε καί σηκώνουμε εὐχαρίστως τόν σταυρό μας, μετανοῶντας καί ἀγαπῶντας, πιστεύοντας καί συγχωρῶντας, τότε ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου γίνεται γιά μᾶς καύχημα, δύναμη, ζωή, σοφία.
Εἴθε ὡς πρός αὐτό, νά ἔχουμε πάντοτε ἀρωγό τόν Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα γιά τήν σωτηρία ὅλων μας, Κύριο Ἰησοῦ Χριστό! Ἀμήν.
Μὲ ὅλη μου τὴν πατρικὴ ἀγάπη,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ